του Ήθαν Σίγκελ
Πηγή/Πρωτότυπο από https://www.forbes.com/sites/startswithabang/2020/07/30/you-must-not-do-your-own-research-when-it-comes-to-science/
Μετάφραση: Ζήνα Κάνθερ
Το σύμπαν είναι εκεί έξω και περιμένει να το ανακαλύψετε
«Μελετήστε και τις δύο απόψεις και μετά αποφασίστε». Αυτή είναι μία απλή, ξεκάθαρη και λογική συμβουλή. Και όταν σχετίζεται με ζητήματα όπως οι εμβολιασμοί, η κλιματική αλλαγή, και ο νέος κορωνοϊός SARS-CoV-2, μπορεί να είναι επικίνδυνη, καταστροφική, ακόμα και θανάσιμη. Οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται από τους περισσότερους ανθρώπους για να καθοδηγήσουν τις πιο πολλές αποφάσεις τους στη ζωή – η συλλογή πληροφοριών, η αξιολόγησή τους βάσει των όσων γνωρίζουν, και η επιλογή συγκεκριμένου τρόπου δράσης – μπορεί να οδηγήσουν σε θεαματικές αποτυχίες όταν πρόκειται για κάποιο επιστημονικό ζήτημα.
Ο λόγος είναι απλός: οι περισσότεροι από εμάς, ακόμα και όσοι είμαστε οι ίδιοι επιστήμονες, δεν διαθέτουμε τη σχετική επιστημονική εμπειρογνωμοσύνη για να αξιολογήσουμε επαρκώς αυτά τα επιστημονικά στοιχεία μόνοι μας. Στους δικούς μας τομείς, είμαστε ενήμεροι για όλη τη σειρά δεδομένων, για τον τρόπο με τον οποίο όλα τα κομμάτια του παζλ ενώνονται μεταξύ τους και ποια είναι τα όρια της γνώσης μας. Όταν οι μη ειδικοί υιοθετούν απόψεις για αυτά τα ζητήματα, είναι αμέσως ξεκάθαρο σε εμάς πού είναι τα κενά στην αντίληψή τους και πού έχουν παραπλανήσει τους εαυτούς τους στη συλλογιστική τους. Όταν ασπάζονται τα επιχειρήματα ενός επιστήμονα με την αντίθετη, από την πλειοψηφία, άποψη, αναγνωρίζουμε ποια στοιχεία παραβλέπουν, παρερμηνεύουν ή παραλείπουν. Αν δεν ξεκινήσουμε να εκτιμάμε την πραγματική εμπειρογνωμοσύνη, την οποία εύλογα έχουν περάσει μια ολόκληρη ζωή να αποκτήσουν οι ειδικοί, το «να κάνουμε τη δική μας έρευνα» θα μπορούσε να οδηγήσει σε ανυπολόγιστα, αχρείαστα δεινά.
Ας ξεκινήσουμε με ένα απλό, μικρού διακυβεύματος, παράδειγμα: το φθοριωμένο πόσιμο νερό. Από τη μία, το φθόριο είναι ένα μονοατομικό ιόν που υπάρχει σε διάφορες συγκεντρώσεις, και το συναντάμε στη φύση μέσω του φθοριούχου ασβεστίου, σε υδάτινες μάζες σε όλο τον κόσμο. Όταν οι άνθρωποι προσλαμβάνουν πολύ μικρή ποσότητα φθορίου, ειδικότερα σε νεαρή ηλικία, εμφανίζεται αποδυναμωμένο οδοντικό σμάλτο και υψηλότερα ποσοστά οδοντικής κοιλότητας στα δόντια. Όταν οι άνθρωποι προσλαμβάνουν πολύ μεγάλες ποσότητες φθορίου, παρατηρείται αποχρωματισμός των δοντιών και οδοντική φθορίωση ποικίλης σοβαρότητας. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, σημαντικά μεγαλύτερη ή μικρότερη πρόσληψη φθορίου μπορεί να οδηγήσει επίσης και σε άλλα προβλήματα, όπως οστεοπόρωση (με πολύ μικρή πρόσληψη) ή σκελετική φθορίωση (με πολύ μεγάλη πρόσληψη).
Στα περισσότερα μέρη των Ηνωμένων Πολιτειών και του Καναδά, το πόσιμο νερό φθοριώνεται σε συγκεκριμένα επίπεδα, έτσι ώστε να είναι ασφαλές και αποτελεσματικό για τους ανθρώπους όλων των ηλικιών. Σε περιοχές όπως το Κολοράντο Σπρινγκς, σημαντικές ποσότητες φθορίου αφαιρούνται από το νερό, κατεβάζοντας τα επίπεδά του εντός των αποδεκτών ορίων, ενώ σε άλλες περιοχές, όπως στη Νέα Υόρκη, προστίθεται φθόριο στο νερό για να ανεβούν τα επίπεδά του στα επιθυμητά. Η ρύθμιση των επιπέδων φθορίου στο νερό είναι μία ασφαλής και αποτελεσματική παρέμβαση δημόσιας υγείας, με την οποία μειώνεται η τερηδόνα στα παιδιά κατά 40% στις περιοχές όπου εφαρμόζεται σε σύγκριση με τις περιοχές στις οποίες δεν εφαρμόζεται.
Ωστόσο, υπάρχουν μεγάλες πόλεις στον κόσμο, όπως το Πόρτλαντ, ή το Κάλγκαρι της Αλμπέρτας, όπου το κοινό ή το δημοτικό συμβούλιο, αντίστοιχα, έχει ψηφίσει (επανειλημμένως, στην περίπτωση του Πόρτλαντ), κατά της προσθήκης φθορίου στο πόσιμο νερό. Όπως ήταν αναμενόμενο, τα συνήθη ποσοστά οδοντικών κοιλοτήτων στα παιδιά – όταν προσαρμόστηκαν για τα κοινωνικοοικονομικά δημογραφικά – είναι περίπου 40% υψηλότερα σε σύγκριση με τις περιοχές όπου το νερό φθοριώνεται, έχοντας τη μεγαλύτερη δυσμενή επίπτωση στον πληθυσμό με τα χαμηλότερα οικονομικά δημογραφικά στοιχεία. Η θεωρία ότι «το νερό μας είναι φυσικό» και «η προσθήκη φθορίου δεν είναι», αποδείχτηκε πιο ισχυρή για να αλλάξει την κοινή γνώμη σε αυτές τις περιοχές, σε σύγκριση με τα επιστημονικά στοιχεία που υποστηρίζουν την ασφάλεια και αποτελεσματικότητα του φθορίου. Για το κοινό που ψηφίζει, ο φόβος για τα χημικά και η προτίμηση για ό,τι φαίνεται φυσικό ήταν πιο σημαντικές παράμετροι από την οδοντική υγεία των φτωχών παιδιών, παρά την – σχεδόν – καθολική υποστήριξη από τους επαγγελματίες της οδοντικής υγείας.
Υπάρχει ένα παλιό ρητό το οποίο έχει αρχίσει να μου αρέσει πρόσφατα: δε μπορείς να μεταπείσεις με τη λογική κάποιον να αλλάξει μία θέση, για την οποία δεν έχει από μόνος του καταλήξει με τη λογική. Όταν οι περισσότεροι από εμάς κάνουν «έρευνα» για ένα θέμα, αυτό που ουσιαστικά κάνουμε είναι να:
- διαμορφώνουμε μία αρχική θέση την πρώτη φορά που ακούμε για κάτι,
- αξιολογούμε τα πάντα που συναντάμε από εκεί και πέρα μέσω της γνωστής οπτικής του ενστίκτου μας,
- βρίσκουμε λόγους για να σκεφτόμαστε θετικά σε σχέση με τα κομμάτια της ιστορίας που υποστηρίζουν ή δικαιολογούν την αρχική μας θέση,
- και να βρίσκουμε λόγους να παραβλέψουμε ή αλλιώς να απορρίψουμε τα κομμάτια που την υπονομεύουν.
Φυσικά, εμείς δεν πιστεύουμε ότι κάνουμε αυτό. Θεωρούμε τους εαυτούς μας ως τους ήρωες των ιστοριών μας: αφήνουμε πίσω την παραπληροφόρηση και φέρνουμε στην επιφάνεια την πραγματική αλήθεια για το ζήτημα. Πιστεύουμε πως, με το να χρησιμοποιούμε το μυαλό μας και τις δεξιότητες της κριτικής μας σκέψης, μπορούμε να διακρίνουμε ποιων ειδικών οι απόψεις είναι αξιόπιστες και σοβαρές. Πιστεύουμε πως μπορούμε να καταλάβουμε ποιος είναι τσαρλατάνος και ποιος απατεώνας, και πως μπορούμε να ξεχωρίσουμε το ασφαλές και αποτελεσματικό σε σχέση με το επικίνδυνο και αναποτελεσματικό.
Μόνο που, για σχεδόν όλους μας, αυτό δεν ισχύει. Ακόμα και επιστήμονες με εξαιρετικές ικανότητες κριτικής σκέψης και πολλή εμπειρία, που προσπαθούν να αποκαλύψουν την αλήθεια πίσω από μία ποικιλία ισχυρισμών, δε διαθέτουν ένα βασικό προσόν: την απαραίτητη επιστημονική εμπειρογνωμοσύνη για να καταλάβουν τα όποια ευρήματα ή ισχυρισμούς στο πλαίσιο ενός πλήρους επιπέδου γνώσης του τομέα τους. Είναι εν μέρει ένας από τους λόγους που η επιστημονική συναίνεση είναι εξαιρετικά πολύτιμη: υπάρχει μόνο όταν η συντριπτική πλειοψηφία των αναγνωρισμένων επαγγελματιών υποστηρίζει την ίδια σταθερή επαγγελματική θέση. Είναι πραγματικά μία από τις πιο σημαντικές και πολύτιμες μορφές εμπειρογνωμοσύνης που έχει αναπτύξει ποτέ η ανθρωπότητα.
Αλλά μόνο αν της δώσουμε τη δέουσα σημασία. Είναι εντελώς ανόητο να πιστεύετε πως, εσείς, οι μη ειδικοί που δεν διαθέτετε την απαραίτητη επιστημονική εμπειρογνωμοσύνη για να αξιολογήσετε τους ισχυρισμούς των ειδικών, θα κάνετε καλύτερη δουλειά από τους αληθινούς, αυθεντικούς επιστήμονες, για το ξεσκαρτάρισμα της αλήθειας από τη φαντασία ή την απάτη. Όταν «κάνουμε την έρευνα μόνοι μας», σχεδόν πάντα καταλήγουμε να πέφτουμε με τα μούτρα πιο βαθιά στις δικές μας ενστικτώδεις θέσεις, παρά να αποδεχτούμε τις επιστημονικές θέσεις που, κατά γενική παραδοχή, ασπάζονται οι ειδικοί.
Σχετικά με το φθοριωμένο πόσιμο νερό, οι επιπτώσεις μπορεί να είναι μόνο ήπιες: επιφανειακά, ορατά με το ζόρι, σημάδια στα δόντια σας στην περίπτωση της υπερβολικής φθορίωσης ή μία ελαφριά αποδυνάμωση του οδοντικού σας σμάλτου στην περίπτωση της ανεπαρκούς φθορίωσης. Αλλά στις περιπτώσεις ορισμένων μέτρων δημόσιας πολιτικής – τους εμβολιασμούς, την κλιματική αλλαγή, ή την επιστήμη του νέου κορωνοϊού και της νόσου COVID-19 που προκαλεί στον άνθρωπο – το διακύβευμα είναι πολύ μεγαλύτερο. Σε αυτή την περίπτωση, οι επιπτώσεις του λάθους μπορούν να οδηγήσουν σε μόνιμες συνέπειες και μπορεί ακόμα και να αποτελέσουν ζήτημα ζωής ή θανάτου για πολλούς.
Αν ο κόσμος ήταν ελεύθερος να ακολουθήσει τη δική του βούληση, ένα μεγάλο ποσοστό ανθρώπων θα επέλεγε να μην εμβολιαστεί πλήρως, οι ίδιοι ή τα παιδιά τους. Σε κάποια σχολεία, έως και το 60% των παιδιών μπορεί να μην έχουν εμβολιαστεί για νόσους που μπορούν να προληφθούν όπως η ιλαρά, προκαλώντας αναζωπύρωση νόσων που θα έπρεπε να έχουν εξαλειφθεί. Πολλοί γονείς έχουν έναν μεγάλο φόβο για τις ανεπιθύμητες ενέργειες από τα εμβόλια, παρά το γεγονός πως – εκτός από ερεθισμό του δέρματος στα σημεία της ένεσης – οι ιατρικές επιπλοκές είναι εξαιρετικά σπάνιες (συμβαίνουν σε πολύ λιγότερους από 0.01% των ασθενών) και δε συμβαίνουν συχνότερα από ότι θα υποδείκνυε μία τυχαία πιθανότητα εμφάνισης.
Τα επιστημονικά δεδομένα, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, δείχνουν πως τα εμβόλια είναι μία από τις πιο ασφαλείς παρεμβάσεις δημόσιας υγείας που έχουν αναληφθεί ποτέ από την ανθρωπότητα. Αλλά εάν «κάνετε τη δική σας έρευνα», μπορεί να βρείτε ένα μικρό ποσοστό διαδικτυακών ακτιβιστών, ίσως και λίγους επαγγελματίες υγείας, οι οποίοι διαφωνούν με τη συντριπτική πλειοψηφία των επιστημόνων, προωθώντας ανυπόληπτους ισχυρισμούς, φόβο και συχνά αναπόδεικτες θεραπείες καθώς και συμπληρώματα διατροφής. Αυτή η αντιπαράθεση, υποκινούμενη από την απάτη, δημιούργησε τεράστια ζημιά στη δημόσια υγεία η οποία είναι σε εξέλιξη στις μέρες μας.
Ομοίως, στον τομέα της κλιματικής αλλαγής, είναι ευρέως κατανοητό πως:
- η Γη θερμαίνεται,
- και τα τοπικά κλιματικά μοτίβα αλλάζουν,
- προκαλούμενα από αλλαγές στη συγκέντρωση των αερίων στην ατμόσφαιρα,
- καθοδηγούμενα από την εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου από τα ορυκτά καύσιμα που προκαλείται από τον άνθρωπο,
- και πως όλα αυτά έχουν κάποιες ανεπιθύμητες επιδράσεις: προκαλούν αλλαγές στις προμήθειες τροφής, στη διαθεσιμότητα νερού και στη χρήση της γης ανά το παγκόσμιο.
Αυτό είναι επιστημονικά γνωστό και έχει γίνει αποδεκτό από την πλειοψηφία των επιστημόνων που ασχολούνται με την κλιματική αλλαγή για πάνω από 30 χρόνια, ωστόσο μία συνεχής εκστρατεία παραπληροφόρησης – καθώς και λίγοι επιστήμονες που διαφωνούν με την πλειοψηφία – έχει σπείρει αρκετή αμφιβολία πως οποιοσδήποτε είναι αποφασισμένος να «κάνει τη δική του έρευνα» μπορεί να βρει πληθώρα ιστοσελίδων και εγγράφων που να επιβεβαιώνουν την όποια συνωμοτική γραμμή σκέψης προτιμάει. Το γεγονός αυτό δεν αλλάζει την επιστημονική αλήθεια, αλλά έχει οδηγήσει σε μία πρωτοφανή αδράνεια ενώπιον ενός προβλήματος με μακροχρόνιες, αρνητικές, και παγκόσμιες επιπτώσεις.
Αυτή η στιγμή, καθώς μπαίνουμε στον μήνα Αύγουστο του έτους 2020, είναι μία κρίσιμη στιγμή για τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον κόσμο. Βρισκόμαστε εν μέσω μίας παγκόσμιας πανδημίας, καθώς ο νέος κορωνοϊός SARS-CoV-2 και η νόσος COVID-19 που προκαλεί στον άνθρωπο, έχει στοιχίσει τη ζωή σε πάνω από δύο τρίτα του εκατομμυρίου ανθρώπους. Επί του παρόντος, μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες, έχουν πεθάνει περισσότεροι από 150.000 άνθρωποι, με την κάθε καινούρια ημέρα να αριθμεί κατά μέσο όρο περίπου 1.000 νέους θανάτους.
Παρόλο που έχουμε αρκετά ακόμα να μάθουμε για την επιστήμη που κρύβεται πίσω από τον κορωνοϊό, από τον τρόπο μετάδοσης, σε ποιον είναι πιθανότερο να μεταδοθεί, μέχρι το ποιες είναι οι καλύτερες θεραπείες, ποιος είναι ο πραγματικός ρυθμός λοίμωξης κ.ο.κ., υπάρχουν πολλά για τα οποία επιτεύχθηκε συναίνεση από τους ειδικούς επιστήμονες. Συγκεκριμένα:
- η νόσος μεταφέρεται με τον αέρα και μεταδίδεται εύκολα με την επαφή ανάμεσα στους ανθρώπους,
- μεταδίδεται ευκολότερα σε εσωτερικούς χώρους,
- οι ηλικιωμένοι έχουν περισσότερες πιθανότητες να αρρωστήσουν σοβαρά και να πεθάνουν από τη νόσο,
- θα πρέπει να μένουμε στο σπίτι και να βγαίνουμε μόνο για τις βασικές εξωτερικές δουλειές,
- θα πρέπει να φοράμε μάσκες όταν βγαίνουμε έξω, να μην ακουμπάμε τη μάσκα με τα χέρια μας όταν τη φοράμε και να κρατάμε φυσική απόσταση (τουλάχιστον 2 μέτρα) από όσους δε ζουν στο ίδιο σπίτι. Όλες αυτές οι παρεμβάσεις είναι αποτελεσματικές.
Αλλά ακόμα και αυτά τα βασικά μηνύματα – για τα οποία δεν υπάρχει στην ουσία καμία επιστημονική αμφιβολία – έχουν πυροδοτήσει τεράστια αντιπαράθεση. Παρά την ασφάλεια και αποτελεσματικότητα των μασκών, πολλοί αρνούνται να τις φορέσουν, προκαλώντας κατακόρυφες αυξήσεις των νέων λοιμώξεων. Παρά τη σημασία της αποφυγής στενής επαφής με όσους δε ζουν στο ίδιο σπίτι, πολλοί συνεχίζουν να επισκέπτονται φίλους και συγγενείς, επιταχύνοντας τη διάδοση της νόσου. Παρά το γεγονός πως πάνω από 150.000 Αμερικανοί έχουν ήδη πεθάνει από τη νόσο αυτή, πολλοί εξακολουθούν να ισχυρίζονται πως «είναι απλά σαν τη γρίπη», παρόλο που την τελευταία φορά που πέθαναν 150.000 ή και περισσότεροι Αμερικανοί από τη γρίπη ήταν το 1918: τη χρονιά της περιβόητης Ισπανικής γρίπης.
Εάν «κάνετε τη δική σας έρευνα», θα βρείτε, δίχως αμφιβολία, αναρίθμητες ιστοσελίδες, λογαριασμούς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ακόμα και έναν μικρό αριθμό επαγγελματιών υγείας που κοινοποιούν τις απόψεις τους, οι οποίοι επιβεβαιώνουν τις όποιες προκατειλημμένες αντιλήψεις έχετε για τον COVID-19. Ωστόσο, μην κοροϊδεύετε τους εαυτούς σας: δεν κάνετε έρευνα. Αναζητάτε πληροφορίες για να επιβεβαιώσετε τις δικές σας προκαταλήψεις και να αναιρέσετε τις όποιες αντίθετες απόψεις. Κάθε φορά που το κάνετε αυτό, χρησιμεύετε ως παράδειγμα για το πρόβλημα της προκατάληψης για την αντιεπιστήμη για το οποίο προειδοποίησε ο Δρ Φάουτσι τον Ιούνιο:
«Εάν κρίνετε με βάση τις αποδείξεις και τα στοιχεία, τότε λέτε την αλήθεια και είναι απίστευτο μερικές φορές, η άρνηση που παρατηρείται. Είναι η ίδια κατάσταση που επηρεάζει τα άτομα που είναι αντιεμβολιαστές – οι οποίοι δεν επιθυμούν να εμβολιάζονται οι άνθρωποι, παρά το γεγονός πως τα δεδομένα δείχνουν ξεκάθαρα την ασφάλεια των εμβολίων. Αυτό είναι πραγματικά ένα πρόβλημα».
Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία, με όλους τους εξαιρετικούς επιστήμονες και όσους ασχολούνται με την επικοινωνία της επιστήμης να λένε την αλήθεια για μια πληθώρα ζητημάτων στον κόσμο μας, να αναζητούν οι άνθρωποι μόνο τις θέσεις που επιβεβαιώνουν τις δικές τους προκαταλήψεις. Οι καλύτεροι επιστήμονες του κόσμου – ακόμα και αυτοί που έχουν αντίθετα δικά τους πιστεύω από την πλειοψηφία – συμφωνούν πως πρέπει να βασίζουμε τις πολιτικές μας στην επιστημονική συναίνεση που έχει επιτευχθεί. Όταν αυτή η συναίνεση αλλάζει, εξελίσσεται, ή προχωράει σε κάτι νέο επειδή μαθαίνουμε περισσότερα από όσα γνωρίζαμε προηγουμένως, θα πρέπει να αναπροσαρμόζουμε το σχέδιο δράσης μας για να ακολουθήσουμε τη νέα αυτή πορεία αντί των προηγούμενων πολιτικών.
Για να γίνει όμως αυτό, απαιτείται και κάποιο είδος μεταμόρφωσης των ίδιων σας των εαυτών. Σημαίνει πως πρέπει να είστε ταπεινοί, και να παραδεχτείτε πως, εσείς οι ίδιοι δεν έχετε την αναγκαία εμπειρογνωμοσύνη για να αξιολογήσετε τα επιστημονικά δεδομένα που υπάρχουν ενώπιον σας. Σημαίνει πως πρέπει να είστε αρκετά τολμηροί για να απευθυνθείτε στην πλειοψηφία των ειδικών επιστημόνων και να τους ρωτήσετε, εύλογα, πόσα γνωρίζουμε στο παρόν στάδιο. Και σημαίνει πως θα πρέπει να είστε αρκετά ανοιχτόμυαλοι για να αντιληφθείτε πως οι προκαταλήψεις σας είναι πολύ πιθανό να είναι λανθασμένες σε κάποιο βαθμό ή και εξολοκλήρου. Εάν παρατηρήσουμε προσεκτικά την επιστήμη, μπορούμε να επιχειρήσουμε να πορευτούμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο κατά τη διάρκεια των μεγαλύτερων προκλήσεων που αντιμετωπίζει η σύγχρονη κοινωνία. Μπορούμε να επιλέξουμε να αγνοήσουμε την επιστήμη, αλλά αν το κάνουμε, οι συνέπειες απλά θα γίνουν σοβαρότερες.