Η επιστολή των 152 γιατρών και νοσηλευτών δεν φαίνεται να βασίζεται στην επιστημονική τους γνώση και εμπειρογνωμοσύνη σε θέματα υγείας όπως διατείνονται. Αντιθέτως, φαίνεται να βασίζεται σε θέμα πίστεως και θα ήταν πιο έντιμο και ειλικρινές αν έγραφαν την επιστολή βασιζόμενοι στην αλήθεια τους αυτή και να άφηναν την επιστήμη απ’ έξω.
Στην επιστολή τους αναφέρουν αυτολεξεί:
«..Όπως γνωρίζετε και εσείς, ως ορθόδοξος χριστιανός,η Θεία Κοινωνία είναι «εφόδιο ζωής αιωνίου» και ότι από αυτή ή μέσω αυτής δεν είναι δυνατόν να μεταφερθούν ιοί, σας αναφέρουμε ότι και επιστημονικά, δεν υπάρχει στη βιβλιογραφία οποιοδήποτε επιστημονικό άρθρο, μελέτη ή έρευνα που να αποδεικνύει ότι με τη Θεία Κοινωνία μεταδίδονται μικρόβια και ιοί. Το μόνο επιστημονικό δεδομένο που μπορεί να υπάρχει και που η επιστημονική κοινότητα αποδέχεται εκεί που δεν υπάρχει συγκεκριμένη επιστημονική έρευνα, είναι η αναδρομική μελέτη της κλινικής εμπειρίας, που στην περίπτωση της Θείας Κοινωνίας αφορά αναδρομική κλινική εμπειρία 2000 χρόνων.”
Το να αποκρύπτεις ή να διαστρεβλώνεις τα επιστημονικά δεδομένα με στόχο να ταιριάξουν στα πιστεύω που έχεις εξ’ αρχής, δεν αποτελεί ορθή επιστημονική πρακτική.
Επί της ουσίας.
Στη επιστολή αναφέρεται πως δεν υπάρχουν επιστημονικές έρευνες που να καταπιάνονται με το θέμα της θείας κοινωνίας, και πως η μόνη μελέτη είναι η «αναδρομική» η οποία υποδεικνύει πως ουδέποτε υπήρξε πρόβλημα.
Κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Μέχρι το 2013 υπήρξαν 5 πειραματικές μελέτες, δύο κείμενα επιστημονικής ανασκόπησης, και αρκετά opinion papers, όπως ονομάζονται, μόνο στο θέμα της θείας κοινωνίας. Υπάρχουν λοιπόν μελέτες που υποδεικνύουν πως αν και χαμηλό, το ρίσκο παραμένει για διάφορους μικροοργανισμούς που ελέγχθηκαν
https://www.sciencedirect.com/science/article/pii/S1201971213001872#bib0100
Επίσης στην επιστημονική βιβλιογραφία αναφέρεται ότι ο κίνδυνος μόλυνσης εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως το βακτηριακό ή ιικό φορτίο στο σάλιο των ατόμων που κοινωνούν, η ικανότητα του ιικού παράγοντα να αντέχει στις αντιμικροβιακές ιδιότητες του χρυσού/αργύρου από το οποίο αποτελείται το δισκοπότηρο, την περιεκτικότητα σε αλκοόλ του κρασιού, το λινό πανί που χρησιμοποιείται για να σκουπίσει το χείλος, καθώς και την ικανότητα του παραλήπτη να καταστρέψει τον εκάστοτε παθογόνο οργανισμό.
https://www.cambridge.org/core/journals/epidemiology-and-infection/article/experiments-on-the-communion-cup/0640F2E6BCE1490EAFD5630CA0C0AEFB?fbclid=IwAR28QccaebkavyFjrvRKoXJmTSEkQ_U6Gy2HW4NnFMkWbLo1YNxTcrxLr3o
https://www.ntnl.org/wp-content/uploads/2014/01/Common-Cup-CDC.pdf
Ρητώς επίσης αναφέρεται στην υπάρχουσα επιστημονική βιβλιογραφία (και αποτελεί και κοινή λογική) πως η μολυσματικότητα του εκάστοτε μικροοργανισμού εξαρτάται από τις ιδιότητες του βακτηριακού η ιικού φορέα.
Ο Sarv-Cov-2 αποτελεί νέο ιογενή παράγοντα του οποίου οι ιδιότητες ακόμα δεν έχουν αποσαφηνιστεί συνεπώς το επιχείρημα της ασφάλειας δεν ευσταθεί. Αυτό που γνωρίζουμε είναι πως ο εν λόγω ιός ανήκει στα παθογόνα που μεταδίδονται μέσω σάλιου, στοματικών εκκρίσεων και σταγονιδίων (airborne virus) κάτι το οποίο αυξάνει τις πιθανότητες μετάδοσής του με τις πρακτικές που ακολουθούνται κατά τον εκκλησιασμό (μακάρι να μεταδιδόταν μέσω αίματος ή σεξουαλικής επαφής και δεν θα κάναμε αυτή την κουβέντα).
Τέλος να συμπληρώσω, πως ακόμα και να ίσχυε το ότι “ΔΕΝ υπάρχουν μελέτες που αποδεικνύουν την σχέση μεταξύ θείας κοινωνίας και μολυσματικότητας ιών”, αυτό δεν σημαίνει πως στην πράξη δεν ισχύει. Αν κάτι δεν έχει μελετηθεί (και αποτελεί επιστημονικό ερώτημα) τότε η απουσία απόδειξης, δεν σημαίνει πως κάτι δεν ισχύει. Αυτό αποτελεί ένα λογικό σφάλμα (Προσφυγή στην άγνοια) και εντυπωσιάζομαι που «επιστήμονες» το χρησιμοποιούν ως επιχείρημα.
Άρα, όπως πολύ ορθά ανακοίνωσαν οι αρμόδιες αρχές του Υπουργείου Υγείας, τα περιοριστικά μέτρα θα αρθούν σταδιακά και σε αυτό το σχεδιασμό σίγουρα συμπεριλαμβάνονται και οι Εκκλησιασμοί.
Μέχρι τότε όμως, ας μην ..”ταλαιπωρούμε” και “παραμορφώνουμε” την Επιστήμη. Δεν μας φταίει σε τίποτα.